Mη σκοτεινιάζεις απόψε. Ήρθαν άσχημες μέρες και ξύπνησες χαμογελώντας. Δεν κρύφτηκες από το φως. Το θαύμαζα αυτό. Έλεγες ότι όταν εξ...

Mη σκοτεινιάζεις απόψε.

Mη σκοτεινιάζεις απόψε.

Ήρθαν άσχημες μέρες και ξύπνησες χαμογελώντας.
Δεν κρύφτηκες από το φως.
Το θαύμαζα αυτό.
Έλεγες ότι όταν εξαντληθούν τα όνειρα θα είμαστε καλοδουλεμένες μηχανές,
ότι το σύστημα που σε τρέφει είναι αυτό που σε ξεγυμνώνει συναισθηματικά
και πρέπει να αντισταθούμε σθεναρά σ' αυτό.

Με έκανες να νιώθω αληθινός,
με άφησες να γδύσω την ψυχή σου,
ν' αγκαλιάσω την κάθε αμαρτία σου
να γευτώ το κάθε πάθος σου,
να εισπνεύσω το χάος σου,
να ναυαγήσω στους απέραντους ωκεανούς σου
και να περιπλανηθώ στο απόκοσμο σκοτάδι σου.

Μα το πρωί ...άδειο το δωμάτιο.
Δεν σ' άκουσα να φεύγεις ή δεν ήθελα να σ' ακούσω να φεύγεις.
Νιώθω το απόλυτο μούδιασμα.
Σχεδόν αδιαφορώ αλλά είναι τα πρώτα δευτερόλεπτα μόνο.
Θα επανέλθει το μυαλό όμως σύντομα και θα είναι δύσκολο.
Θα κάνω τα συνηθισμένα, όπως κάθε σχεδόν μέρα.
Θα σηκωθώ, θα βγω, θα δουλέψω, θα γελάσω, 
θα γνωρίσω ανθρώπους και θα το βράδυ θα ξαναγυρίσω σπίτι.

Και η ώρα πέρασε...
Είμαι έξω από την πόρτα,
ελπίζω ν' ακούσω κάποιο θόρυβο από μέσα,
χτυπάω την πόρτα και για 10 δευτερόλεπτα ψευτοελπίζω.
Μάταια.
Μπαίνω μέσα, ανοίγω το φως και κοιτάζω γύρω.

Είναι πιο δύσκολο τελικά.

Νίωθω τόσο εγκλωβισμένος,

Εγκλωβισμένος στην αρμονία του χάους.
στην υστερία της σιωπής.
στην απώλεια της στιγμής.
στην απαξίωση του χρόνου.

Είναι μόλις 10.
Έχω ολόκληρη νύχτα μπροστά μου.

Η αύρα σου πλανιέται ακόμη στο χώρο,
αθόρυβη και ευγενική.

Ελπίζω πως θα σύρεις ανάλαφρα τα βήματά σου
και θα έρθεις να κάτσεις δίπλα μου.

Να με κοιτάξεις με αυτούς τους δύο Ήλιους που φωτίζουν το μαύρο των ματιών σου
και να με ρωτήσεις γιατί σε κοιτάζω σιωπηλός;

Αλλά πρέπει να σταματήσω να σε ονειρεύομαι.

Η κάθε όμορφη ανάμνησή μου από σένα,
κατάρα που εισχωρεί μέσα μου και ναρκώνει την ψυχή μου.

Tι να πρωτοθυμηθώ;

Μέσα στα δρομάκια αυτής της γκρίζας πόλης,
συσσωρεύσαμε άγχος,
κτίσαμε τείχη,
αγγίξαμε τη μιζέρια και τον συμβιβασμό,
μα δε χάσαμε το μυαλό μας.

Μαζί κοιτάξαμε ψηλά,
εκεί που το γκρίζο ξεθωριάζει,
φανταστήκαμε το σύμπαν
και δημιουργήσαμε τέχνη.

Μέσα στα δρομάκια αυτής της γκρίζας πόλης
ζήσαμε ελεύθερα,
αναπνεύσαμε έρωτα
και ζωγραφίσαμε συναισθήματα. 


Kαι τωρα ο καθρέφτης μπροστα μου ειναι κενός.
Η μορφη μου δεν φαίνεται.
Κοίταξα τη φωτογραφία σου, 
είναι τόσο όμορφη μα και τόσο ρηχή πλέον. 
Έσβησα τα φώτα και κάθησα στη μέση του δωματίου.
Θα περιμένω την Σελήνη να ρίξει εκείνη λιγο φως στο δωμάτιο.
Θα περιμένω καρτερικά γιατι...

σ' αυτό το σκοτάδι που ζω, κάθε σκιά είναι πολύτιμη.


Γιάννης Κουμαριανός

0 σχόλια: